14. Κόστη διατήρησης/δημιουργίας μιας ομοσπονδίας

Οι γνώσεις που αποκομίσαμε σχετικά με το διεθνές εμπόριο μπορούν να εφαρμοστούν και σε διακρατικές/ομοσπονδιακές συνθήκες. Όπως το διεθνές εμπόριο δεν μπορεί να αποφέρει πρόσθετα κέρδη ή εμπορικά πλεονάσματα/κέρδη στη μία πλευρά και εμπορικά ελλείμματα/απώλειες στην άλλη πλευρά, έτσι και οι μηχανισμοί μεταξύ μικρότερων εμπορικών ζωνών, αποτελούμενες από ομοσπονδίες πολιτειών ή ακόμα και χωρών ή πόλεων, δουλεύουν με παρόμοιο τρόπο.

Μεταξύ μικρότερων μονάδων, όπως μεταξύ πόλεων ή χωρών, τυχόν ανισορροπίες εκδηλώνονται με τη μορφή υψηλών μισθών, χαμηλής ανεργίας και υψηλότερων εισοδημάτων από φόρους για τις μονάδες που κερδίζουν περισσότερα, και με την αντίθετη ακριβώς κατάσταση στις λιγότερο τυχερές μονάδες. Όμως για τις μονάδες που βρίσκονται μέσα στην ίδια χώρα, καθώς οι πολίτες μοιράζονται την ίδια γλώσσα, το ίδιο νομικό σύστημα και την ίδια κυβέρνηση, η κατάσταση είναι ακόμα σχετικά διαχειρίσιμη. Είναι αποδεκτό να μετακομίζεις από τη μία πόλη στην άλλη για δουλειά ή για σπουδές, καθώς εξακολουθεί να θεωρείται «η χώρα μας». Υπάρχουν επίσης τέτοιοι μηχανισμοί μεταφοράς κεφαλαίων, ώστε μέσω της φορολογίας τα κέντρα παραγωγής κέρδους διοχετεύουν χρήματα προς τις λιγότερο παραγωγικές μονάδες, καθώς αυτές δημιουργούν άλλα γενικά αναγνωρισμένα πλεονεκτήματα, όπως: 

  • αποτελούν σταθερή πηγή νέου πληθυσμού, που αργότερα θα μετακινηθεί προς τις μεγαλύτερες πόλεις,
  • είναι αγροτικές περιοχές,
  • είναι σημεία στρατηγικής σημασίας,
  • αποτελούν περιοχές υποδοχής συνταξιούχων,
  • είναι περιοχές πολιτισμικής και τουριστικής αξίας, κλπ.

Το κράτος λειτουργεί ως ένας ολοκληρωμένος οργανισμός, του οποίου τα μέρη δουλεύουν μαζί και αλληλοσυμπληρώνονται, σχηματίζοντας μια σύμπραξη που κανείς δεν αμφισβητεί.

Τουλάχιστον μέχρι κάποιος να αρχίσει να την αμφισβητεί.

Όπως γνωρίζουμε πολύ καλά, ακόμα και μέσα στα κράτη υπάρχουν διαφωνίες για το μέγεθος των φόρων που μεταφέρονται από την κεντρική κυβέρνηση προς τις τοπικές μονάδες. Αυτές οι διαφωνίες δεν τελειώνουν ποτέ και έχουν τις ρίζες τους το ίδιο υπόδειγμα που εξηγήσαμε στα προηγούμενα κεφάλαια:

Τα κέντρα δημιουργίας κέρδους επιτυγχάνουν επειδή απορροφούν τη ζήτηση από τις δευτερεύουσες μονάδες. Για να αναζωογονηθεί αυτή η ζήτηση και να γίνει βιώσιμη απαιτείται το 100% των νομισματικών κερδών, πράγμα το οποίο θα ακύρωνε τα όποια κέρδη είχε πραγματοποιήσει το κέντρο. Χωρίς περαιτέρω δανεισμό ή άσκηση νομισματικής πολιτικής, οι μεταφορές προς τις μικρότερες μονάδες είναι ανεπαρκείς κι αυτό προκαλεί δυσαρέσκεια στα χαμηλότερα επίπεδα, τα οποία φθίνουν από κάθε άποψη κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας.

 

Η εικόνα περιγράφει τις διάφορες σχέσεις μέσα σε μια οικονομία. Τα μεγαλύτερα κέντρα, αυτά με την εντονότερη οικονομική δραστηριότητα, δημιουργούν μεγαλύτερη ζήτηση και πληρώνουν υψηλότερους φόρους. Τα μικρότερα κέντρα λαμβάνουν αναλογικά μεγαλύτερο μέρος των φόρων, για να υποκαταστήσουν τη μειωμένη αγοραστική δύναμη που ξοδεύτηκε στα μεγαλύτερα κέντρα.

Ένα παράδειγμα είναι η ύπαρξη περισσότερων εργοστασίων σε συγκεκριμένες περιοχές, τα οποία παράγουν πολλά αγαθά που μπορούν να διατεθούν σε μεγάλες γεωγραφικές περιοχές. Τα προϊόντα πωλούνται εκεί και τα έσοδα από την πώλησή τους επιστρέφουν στο αντίστοιχο κέντρο όπου παρήχθησαν, επιτρέποντας υψηλότερους μισθούς και υψηλότερη ζήτηση. Καθώς όμως συνήθως στα μικρά κέντρα υπάρχει εμπορική ανισορροπία, χωρίς την πρόσθετη αγοραστική δύναμη από τις μεταφορές αυτά τα εσωτερικά ελλείμματά τους τείνουν να συρρικνώνονται.

Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση της ομοσπονδίας κρατών ή της εμπορικής ένωσης, όπου υπάρχουν εμπορικές ανισορροπίες μεταξύ των μελών.  Όμως στη περίπτωση αυτή η κατάσταση πρέπει να αντιμετωπιστεί με αποφασιστικότητα, διαφορετικά θα δημιουργηθεί βαθιά έχθρα μεταξύ των κρατών. Αυτό που ήταν ανεκτό εντός της χώρας, δεν είναι πλέον εφικτό.  Η ίδια η έχθρα, προερχόμενη από τις μόνιμα χαμηλές οικονομικές επιδόσεις και την έλλειψη ευκαιριών, δεν είναι απλά ένα αίσθημα πληγωμένης εθνικής υπερηφάνειας. Υπάρχει πραγματικός, βέβαιος κίνδυνος οι χώρες που πάσχουν από εμπορικό έλλειμμα, λόγω συνεχούς εκροής κεφαλαίων, να ξεμείνουν κυριολεκτικά από χρήματα.

Αν στα παραπάνω προστεθούν εθνικές διαφορές, όπως φυλετικές, θρησκείας, γλώσσας και παρελθόντων διαφορών, τότε έχουμε μια εκρηκτική κατάσταση όπου η επίρριψη ευθυνών είναι μόνον η αρχή. Αυτές οι διαφορές έχουν εφαρμογή περισσότερο στην Ευρώπη, όπου υπάρχουν 27 ξεχωριστές χώρες, αλλά η διαδικασία είναι εξίσου σημαντική και εντός των ΗΠΑ. Πώς θα ήταν εάν κάποιες από τις πολιτείες βρίσκονταν μονίμως σε οικονομική ύφεση, με το ΑΕΠ τους να μειώνεται συχνά και με υψηλή ανεργία; Οπωσδήποτε οι πολιτείες αυτές θα σκέφτονταν σοβαρά  τι λόγους έχουν να παραμείνουν σε μια τέτοια ομοσπονδία και οι συζητήσεις για πιθανή αποχώρηση θα ήταν καθημερινό φαινόμενο.

Επομένως, το θέμα αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί με μεγάλη σοβαρότητα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ενότητα, και να τεθούν σε εφαρμογή διαδικασίες ομοσπονδιακής φορολόγησης και μεταφοράς κεφαλαίων. Ωστόσο, πολύ σύντομα οι ιδρυτές της ομοσπονδίας θα διαπιστώσουν ότι ένα τέτοιο εγχείρημα δεν είναι όσο εύκολο φαίνεται με την πρώτη ματιά.

 

Όπως περιγράφεται και στο διάγραμμα, αυτό που αποτελεί εμπορικό έλλειμμα για τη μία πολιτεία είναι απλά πωλήσεις για την άλλη. Από αυτές τις πωλήσεις μόνο ένα ποσοστό αποτελεί κέρδη, και από αυτό φορολογείται σίγουρα λιγότερο από το 100%. Μόνο ένα μέρος αυτού του φόρου καταλήγει στην κεντρική κυβέρνηση και επομένως τα κεφάλαια που φτάνουν στην ελλειμματική πολιτεία για να αντικαταστήσουν τη μειωμένη προσφορά χρήματος είναι σημαντικά λιγότερα από αυτά που έφυγαν ως εμπορικό έλλειμμα.

Αυτό είναι το βασικό πρόβλημα κάθε ομοσπονδίας: πώς να χρηματοδοτήσει ελλείμματα που προέρχονται από διαπολιτειακές εμπορικές ανισορροπίες.

 Εάν κάποιος αναρωτηθεί γιατί αυτό είναι σημαντικό, αρκεί μια ματιά στην Ευρώπη, με την υψηλή ανεργία (25-30%) και τις βαθιά υφεσιακές οικονομίες των νότιων χωρών της.

Χωρίς αποτελεσματικούς μηχανισμούς, στην ίδια θέση θα μπορούσαν να βρεθούν πολύ σύντομα ακόμη και οι ΗΠΑ.

Επομένως είναι απαραίτητη περαιτέρω φορολόγηση, η οποία θα υπερβαίνει κατά πολύ τους φόρους από πλεονάσματα που κερδήθηκαν ως αποτέλεσμα του εμπορικού πλεονάσματος.

Οι «ομοσπονδιακοί φόροι 2)» αντιπροσωπεύουν την επιπλέον φορολόγηση που είναι απαραίτητη προκειμένου να αντισταθμιστεί πλήρως το εμπορικό έλλειμμα της πολιτείας Α. Ως αποτέλεσμα, όλοι οι πολίτες της πλεονασματικής πολιτείας πληρώνουν υψηλότερους φόρους από αυτούς που θα πλήρωναν αν δεν υπήρχε ομοσπονδία ή αν δεν είχαν εμπορικό πλεόνασμα.  Αυτό τους οδηγεί σε δυσαρέσκεια και παράπονα, σύμφωνα με τα οποία αυτοί, οι «παραγωγικοί», πληρώνουν για τους «τεμπέληδες και μη παραγωγικούς». Αν υπάρχουν και πρόσθετες πιέσεις, όπως αν σημειώνεται ύφεση, συχνά αρχίζουν συζητήσεις για αποχώρηση. Στην Ισπανία είναι η Καταλονία που νιώθει ότι «κουβαλά» την υπόλοιπη χώρα και πληρώνει δυσανάλογα υψηλούς φόρους. Στην Ιταλία είναι κυρίως η βιομηχανοποιημένη Παντάνια που σκέφτεται να κηρύξει την ανεξαρτησία της από τον «τεμπέλη» Νότο. Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα χωρών ανά τον κόσμο, αλλά αυτό που όλες έχουν κοινό είναι ο λάθος τρόπος σκέψης. Η παραγωγικότητα μιας βιομηχανοποιημένης περιοχής έχει πλεονεκτήματα για τους πολίτες μόνο για όσο διάστημα υπάρχει αυτή η επιπλέον ζήτηση, η οποία κάνει την επίτευξη κέρδους δυνατή για τις βιομηχανίες. Αυτή η επιπλέον ζήτηση από την «εξωτερική» περιοχή είναι απολύτως αναγκαία, καθώς παρέχει την αγοραστική δύναμη που λείπει για να υπάρξουν κέρδη από τις πωλήσεις, όπως περιγράψαμε στα πρώτα κεφάλαια.  Μόλις αυτές οι παραγωγικές περιοχές αποκοπούν και πάψουν να συνεισφέρουν, ο λιγότερο από αυτές ανεπτυγμένος εταίρος θα σταματήσει να αγοράζει από αυτές (αν έχει λίγο μυαλό) και θα αρχίσει να αναπτύσσει τις δικές του βιομηχανίες. Πολύ σύντομα οι περήφανοι παραγωγικοί νικητές θα συνειδητοποιήσουν ότι η υπεροχή τους βασιζόταν όντως μόνο στην προθυμία των άλλων να αγοράζουν από αυτούς.

 

   -     Αυτές παρέχουν τώρα την αγοραστική δύναμη που έλειπε στις πλεονασματικές χώρες, ολοκληρωτικά από εξωτερικό περιβάλλον.

Όλοι μπορούν να παράγουν· η ποιότητα μπορεί να είναι χαμηλή στην αρχή, αλλά καθώς περνάει ο καιρός θα βελτιωθεί. Ακόμη κι αν πάρει πολύ καιρό, θα γίνει μετά από κάποια χρόνια. Και τότε όλοι θα αντιμετωπίσουν το αιώνιο πρόβλημα του τι να κάνουν την παραγωγή που περισσεύει.

Καθώς το συνολικό μέγεθος των ομοσπονδιακών φόρων που απαιτούνται για να αντισταθμίσουν πλήρως τη ζημιά που έχει προκαλέσει στη μία οικονομία η μόνιμη εμφάνιση ελλείμματος θα αντιπροσωπεύει σημαντικό μέγεθος ανάληψης αγοραστικής δύναμης από την πλεονασματική χώρα, αυτοί οι ομοσπονδιακοί φόροι δεν φτάνουν ποτέ το απαιτούμενο μέγεθος. Πράγματι, η αδυναμία της κυβέρνησης να αυξήσει τους φόρους στο επιθυμητό μέγεθος είναι ακόμη ένας πιεστικός παράγοντας που προκαλεί κυβερνητικό χρέος και χρηματοδοτεί πολλά προγράμματα προκειμένου να συμπληρωθούν οι ανεπαρκείς φόροι ακριβώς από αυτό το χρέος.

 

Ένας άλλος τρόπος αντιμετώπισης των εμπορικών ανισορροπιών εντός μιας ομοσπονδίας/εμπορικής περιοχής θα ήταν απλά η θέσπιση/διατήρηση των εθνικών νομισμάτων. Αυτό σύντομα θα επανάφερε τη φυσική ισορροπία, μέσω ανατίμησης των νομισμάτων των χωρών που εξάγουν υπερβολικά και κάνοντας έτσι τα προϊόντα τους μη ανταγωνιστικά. Ασφαλώς αυτό θα ακύρωνε όλο το νόημα της ύπαρξης ομοσπονδίας/νομισματικής περιοχής, το οποίο είναι:  παροχή της δυνατότητας για υπέρμετρη ροή αγαθών που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα ήταν εφικτή, εξαιτίας φυσικών εμποδίων και διορθωτικών μηχανισμών των ισοτιμιών συναλλάγματος.

 

Εδώ είναι σημαντικό να θυμηθούμε τη μεθοδολογία της επίτευξης κέρδους (οφειλέτες, εκτυπωτές χρήματος, αρπακτικά), ιδίως στο σχηματισμό ομοσπονδίας/νομισματικής ένωσης, όπως στην περίπτωση της ΕΕ.

Πριν τα κράτη της ΕΕ μπουν στη νομισματική ένωση του ευρώ, ακολουθούσαν διαφορετικούς τρόπους για να αποκτήσουν κέρδη. Μερικά (όπως η Ελλάδα) τύπωναν ευχαρίστως νέο χρήμα και άλλα (η Ιταλία) δανείζονταν.
Μετά την εξέλιξή τους σε απομεινάρια της ευρωζώνης, από τις αρχικές τους στρατηγικές έμεινε μόνο: μεγάλο χρέος (Ιταλία) και πληθωρισμός (Ελλάδα). Όταν αυτά συνδυαστούν με την στρατηγική αρπακτικού της Γερμανίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου και άλλων (που πήραν ξεκάθαρα το πάνω χέρι), είναι προφανές ότι δεν μπορούν να επιβιώσουν. Είτε θα δημιουργηθεί στην Ευρώπη μια πλήρης ομοσπονδία με σημαντικές μεταφορές κεφαλαίων, πράγμα το οποίο τουλάχιστον θα μειώσει την καταστροφική επίδραση των εμπορικών ανισορροπιών, είτε η ΕΕ είναι καταδικασμένη να παραλύσει. Αιτήματα αποπληρωμής παλαιών χρεών και επιδίωξη εσωτερικής υποτίμησης βάσει της στρατηγικής αρπακτικού, που ήδη ρουφά την αγοραστική δύναμη της πάσχουσας νότιας Ευρώπης, θα οδηγήσουν σε απόλυτο νομισματικό χειμώνα στις χώρες που θα επηρεαστούν. Ο πάγος θα είναι μόνιμος και δεν θα υπάρχουν πηγές για μελλοντική ανάπτυξη, αφού και οι δύο δρόμοι που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε βελτίωση, δηλ. η ελάφρυνση του χρέους (η οικονομική συμφωνία αποτρέπει την περαιτέρω ανάπτυξη) ή η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής (αντίσταση της Γερμανίας),  δεν είναι πλέον εφικτοί εντός των δομών της ευρωζώνης.